Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2012

Τα μυστικά του χειροποίητου σαπουνιού


Τα μυστικά του χειροποίητου σαπουνιού

Του Γιώργου Λαουτάρη

Το «κίνημα» do it yourself (κάνε το μόνος σου) μετράει ήδη δεκαετίες ζωής σε όλο τον κόσμο. Αυτό που σε κοινωνίες ανάγκης και στερήσεων, όπως στην Αφρική, είναι υποχρεωτικός τρόπος ζωής, στις δυτικές κοινωνίες ξεκίνησε σαν μόδα απεξάρτησης από τους «ειδικούς» αλλά και ως μέθοδος περιορισμού του κόστους των αγαθών. Πολύ πριν τα σουηδικά ΙΚΕΑ γεμίσουν τα σπίτια με μικροαντικείμενα και έπιπλα αλλά και με επιδέξιους συναρμολογητές, ήδη από τη δεκαετία του '90 κυκλοφορούσε ένα «βαλιτσάκι» της εταιρείας Σέλμαν με τα απαραίτητα σύνεργα για να βάλει κάποιος παρκέ στο σπίτι του στηριγμένος αποκλειστικά στις δυνάμεις του. Μια δεκαετία πριν από την επιτυχία των κηπουρών που δίνουν επαγγελματικές συμβουλές από τηλεόρασης σε ερασιτέχνες γεωπόνους, κυκλοφορούσε το περιοδικό Μαστορέματα με εκτεταμένα σχετικά αφιερώματα. Βέβαια, η οικονομική κρίση και η συμπίεση των εισοδημάτων σίγουρα επιτάχυνε τις διαθέσεις «χειραφέτησης» από τους κάθε λογής επαγγελματίες.

Στο πνεύμα αυτό εντάσσεται και η πραγματικά πρωτότυπη προσπάθεια που ξεκίνησε φέτος η οικογένεια Καμπάνη από τη Βουλιαγμένη με το Orestis craft center, το οποίο πραγματοποιεί σεμινάρια σαπωνοποιίας, παρασκευής κεριών αλλά και καλλυντικών σε κάθε ενδιαφερόμενο, παρέχοντάς του παράλληλα τις πρώτες ύλες. Οι μαθητευόμενοι αλχημιστές, με όλα τα προστατευτικά μέσα, μυούνται στην τέχνη της χειροποίητης παρασκευής σαπουνιών, κεριών ή καλλυντικών, καθοδηγούμενοι σε κάθε βήμα από ειδικούς του κάθε χώρου. Μέσα σε έναν επιβλητικό χώρο, ένα παλιό εργοστάσιο επί της οδού Πειραιώς, τα ομαδικά σεμινάρια εκτός από τις σωστές αναλογίες των υλικών, τη μεθοδολογία και τα «μυστικά» που προκύπτουν από τη σχετική πείρα, δίνουν και τη χαρά της δημιουργίας ή κατά μία άλλη οπτική, τη χαρά της χειραφέτησης από τη βιομηχανία και τη μαζική παραγωγή. Το «Παλμόραμα» παρακολούθησε ένα σεμινάριο για παρασκευή χειροποίητου σαπουνιού και μεταφέρει λίγα από αυτά τα μυστικά.

Μια απλή συνταγή
Πολλοί σκέφτονται το κόστος. Το χειροποίητο είναι κατά τεκμήριο σχετικά φτηνότερο από το βιομηχανοποιημένο. Πάνω από το επιχείρημα της τιμής όμως, είναι το ζήτημα της ποιότητας και του προσωπικού γούστου. Και ποιος δεν έχει τρομάξει από την ακατανόητη και σε αγγλική γλώσσα σύνθεση που αναγράφεται στα αγοραστά σαπούνια; Ως προϊόντα μιας σύγχρονης χημικής βιομηχανίας αλλά και λόγω πείρας, τα σαπούνια του σούπερ μάρκετ περιβάλλονται με μια εμπιστοσύνη ως προς την ποιότητά τους. Πολύ συχνά οι καταναλωτές οδηγούνται εκ πείρας στη μία ή την άλλη φίρμα λόγω επιδράσεων στο δέρμα τους. Όλο αυτό το σχεδόν «μυστικιστικό» πλέγμα σχετικά με τη σύνθεση και τη διαδικασία παραγωγής του σαπουνιού διαλύεται μέσα σε μόλις 2 ώρες. Όπως μαθαίνουμε από τον Ορέστη Καμπάνη, για την κατασκευή του σαπουνιού ανακατεύουμε ένα έλαιο ή λίπος με ένα διάλυμα καυστικής σόδας ή ποτάσας σε νερό το οποίο ονομάζουμε «βάση». Με τη θερμότητα και την ανάμιξη το έλαιο και η βάση αντιδρούν χημικά και παράγουν το σαπούνι. Έπειτα προσθέτουμε το φυσικό ή τεχνητό χρώμα, καθώς και το άρωμα της αρεσκείας μας. Τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει ο χρόνος, που ωριμάζει το σαπούνι μέχρι να γίνει έτοιμο για χρήση. Αυτό είναι όλο! Όλα αυτά μπορούν να πραγματοποιηθούν με ένα πολύ απλό οικιακό εξοπλισμό, από τον καθένα.

Στα χνάρια της γιαγιάς...
Η παλιά τέχνη της γιαγιάς για την κατασκευή σαπουνιού, τα χαρακτηριστικά πράσινα σαπούνια στα μεγάλα άβολα μεγέθη, δεν απέχει πολύ από τη μέθοδο που δείχνει στους μαθητές του ο Ορέστης Καμπάνης. Όπως εξηγεί, η παλιά «θερμή» μέθοδος παρασκευής, που ονομάστηκε έτσι λόγω του βρασμού που χρειαζόταν το διάλυμα, είχε βασικά μειονεκτήματα. Επειδή τότε οι πρώτες ύλες και κυρίως η καυστική σόδα, δεν ζυγίζονταν με ακρίβεια και δεν υπήρχαν στην καθαρή μορφή που τις βρίσκουμε σήμερα, το αποτέλεσμα ήταν να χρειάζονται πλύσεις μα αλατόνερο για να φύγουν τα όξινα στοιχεία που έμεναν στο σαπούνι. Για άρωμα και διαφορετικό χρώμα ούτε λόγος στα χωριά, ενώ επιπλέον, σπάνιζαν τότε τα ειδικά καλούπια, γεγονός που οδηγούσε στο να γίνεται η διαδικασία σε μεγάλες σκάφες, από όπου τα κομμάτια σαπουνιού κόβονταν με μαχαίρια ή ακόμη και πριόνια. Η σύγχρονη «ψυχρή» μέθοδος δεν χρειάζεται παρά ζέσταμα των ελαίων στους 45 βαθμούς Κελσίου, όπου και γίνεται η αντίδραση. Μια άπαξ αγορά καλουπιών στο σχήμα της αρεσκείας μας λύνει το θέμα της εμφάνισης, ενώ ράφια ολόκληρα με αρώματα και χρώματα κάνουν πρακτικά τις επιλογές ως προς την ποιότητα του χειροποίητου σαπουνιού ανεξάντλητες.

Ελαιόλαδο ή jojoba;
Τι λέει ο ίδιος ο Ορέστης Καμπάνης: «Για ποιο λόγο αποφάσισα να φτιάξω σαπούνια μόνος μου; Γιατί έτσι μπορώ εγώ να επιλέξω τα πιο φυσικά συστατικά για την επιδερμίδα μου και είναι ένας τρόπος να μάθω μεθόδους και τεχνικές πατροπαράδοτες. Το να φτιάχνεις σαπούνι είναι ενδιαφέρον, χαλαρωτικό και δημιουργικό». Πώς όμως ελέγχεται η ποιότητα του σαπουνιού και ακολούθως η αντίδρασή του στο δέρμα μας; Από το είδος της λιπαρής ουσίας που θα χρησιμοποιήσουμε. Ο πλούσιος σε όγκο αφρισμός, ο κρεμώδης, σταθερός αφρισμός, η καθαριστική ικανότητα, η περιποίηση του δέρματος, η εξισορρόπηση, αλλά και η σκληρότητα είναι παράγοντες που εξαρτώνται από την πρώτη ύλη. Η συντριπτική πλειοψηφία του σαπουνιών της βιομηχανίας χρησιμοποιεί λόγω κόστους το φοινικέλαιο. Στον κόσμο του χειροποίητου σαπουνιού επιλέγουμε ανάμεσα σε ελαιόλαδο, σογιέλαιο, έλαιο καρύδας, φοινικέλαιο που χρησιμοποιούνται ως λάδια βάσης και ανάμεσα στο λάδι αβοκάντο, στο αμυγδαλέλαιο, στο λάδι jojoba, στο βούτυρο καριτέ, στο ροδέλαιο και πολλά άλλα, τα οποία σε μια αναλογία με τα λάδια βάσης αναμειγνύονται και δίνουν ξεχωριστές ιδιότητες. Για όλα αυτά είναι κατατοπιστικές οι αναλυτικές συνταγές που δίνει το Orestis craft center όχι μόνο στα σεμινάρια αλλά και στην ιστοσελίδα της επιχείρησης (http://candlemaking.gr). Αφού επιλέξουμε την κατάλληλη συνταγή, σειρά έχει ο χρωματισμός και το άρωμα.
Με τα λόγια των εμπνευστών της ιδέας αυτής: «Γιατί αγαπάμε τα σαπούνια που φτιάχνουμε μόνοι μας; Γιατί μας φέρνει σε επαφή χειροπιαστά με τη βιοποικιλότητα και τον πλούτο της φύσης. Γιατί είναι προϊόν που μπορώ να το ταιριάξω με την επιδερμίδα μου και όντας φυσικό είναι φιλικό προς το περιβάλλον. Μπορώ να δημιουργώ ακολουθώντας την φαντασία μου. Φανταστείτε πόσα διαφορετικά φυτικά έλαια υπάρχουν, πάνω από 20!». Μια αντικαταναλωτική ματιά στα είδη καθημερινής διαβίωσης που εκτός των άλλων εμπνέουν αυτοπεποίθηση σε όποιον ακολουθήσει αυτό το δρόμο. Πραγματικά, η αίσθηση μιας σχετικής αυτάρκειας, η γνώση του πώς η ύλη παίρνει άλλες μορφές αλλά και η δημιουργικότητα είναι πολύ πλούσιες ανταμοιβές για ένα σεμινάριο λίγων ωρών με ένα μικρό κόστος.


[Δημοσιεύτηκε στο ΠΑΛΜΟΡΑΜΑ 219/31.12.2011]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου